Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παραπετώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 abbandonare
2 piantare (vt)
3 smarrire (vt)
4 smettere (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παραπέτο παραπέφτω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---