Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παραληρών
επίθετο

1 delirante
2 farnetico

Παραληρών
ουσιαστικό αρσενικό

vaneggiatore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παραληρώ παραλής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---