Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπαρακωλύω
ρήμα μεταβατικό 1 imbarazzare 2 impastoiare 3 impedire 4 incagliare 5 intralciare 6 ostacolare (vt) 7 ostare (vi) 8 ostruire (vt) permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |