Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παραφορτώνω
ρήμα μεταβατικό

1 accollare
2 gravare
3 oberare (vt)
4 onerare (vt)
5 sovraccaricare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παραφορτωμένος παραφόρτωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---