Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


οργώνω
ρήμα μεταβατικό

1 arare
2 assolcare
3 dissodare
4 scassare (vt)
5 solcare (vt)
6 lavorare la terra

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  οργωμένος οργώσιμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---