Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ονειροβατώ
ρήμα αμετάβατο

1 fare castelli in aria
2 fare progetti campati in aria
3 camminare con la testa in aria

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  όνειρο ονειρογέννητος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---