Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ολοκληρώνομαι
ρήμα παθητικό

1 compiersi
2 finire
3 perfezionarsi (vrifl)
4 integrarsi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ολοκληρωμένος ολοκληρώνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---