Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ολιγοψυχώ
ρήμα αμετάβατο

1 invigliacchire
2 invigliacchirsi
3 paventare (vi)
4 spaventarsi (vrifl)
5 temere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ολιγόψυχος ολιγοψώνιο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---