Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


νεωκόρος
ουσιαστικό αρσενικό

1 beccamorti
2 sagrestano
3 sagrista
4 scaccino

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  νεωδόχος νεωλκείο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---