Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόναυτικός
επίθετο marittimo, navale, nautico ναυτικός ουσιαστικό αρσενικό 1 marinaio 2 marittimo 3 marittimo 4 nauta 5 nautico 6 navale 7 navigante 8 navigante 9 navigatore 10 navigatore permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατο ναυτικό μίλι = miglio [αρσ.] nautico Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |