Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μουντζουρώνω
ρήμα μεταβατικό

1 annerire
2 imbrattare
3 imbrodare
4 macchiare (vt)
5 sbaffare (vt)
6 sbavare (vt)
7 scarabocchiare (vt)
8 sgorbiare (vt)
9 tingere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μουντζουρώνομαι μουντός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---