Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μουρμουρητό
ουσιαστικό ουδέτερο

1 bisbiglio
2 borbottio
3 brontolio
4 mormorazione
5 mormorio
6 parlottio
7 sussurrazione
8 sussurrio
9 sussurro

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μουρμούρης μουρμουρίζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---