Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μετατροπή
ουσιαστικό θηλυκό

1 cambiamento
2 commutazione
3 conversione
4 convertito
5 correzione
6 modifica
7 modificazione
8 mutamento
9 mutazione
10 riduzione
11 rifrittura
12 trasduzione
13 trasformazione
14 travisamento
15 variazione

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μετατροπέας μετατροπία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---