Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μεταμελούμαι
ρήμα αμετάβατο

1 dolere
2 pentirsi (vrifl)
3 ravvedersi (vrifl)
4 rimproverarsi (vrifl)
5 ripentirsi (vrifl)
6 mordersi le mani

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μεταμελημένος μεταμερές  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---