Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μεγαλοπρέπεια
ουσιαστικό θηλυκό

1 fastosità
2 grandezza
3 grandiosità
4 imponenza
5 lautezza
6 lusso
7 maestà
8 maestosità
9 magnificenza
10 pompa
11 radiosità
12 regalità
13 sfarzo
14 sfarzosità
15 sontuosità
16 splendidezza
17 splendore
18 sublimità

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μεγαλοποιώ μεγαλοπρεπής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---