Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μάσκαρα
ουσιαστικό θηλυκό

mascara

μάσκαρα
ουσιαστικό ουδέτερο

> μάσκαρα

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μάσκα μασκαραλίκι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---