Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μανιώδης
επίθετο

1 accanito
2 acerrimo
3 appassionato
4 arrabbiato
5 connaturato
6 fiero
7 incorreggibile
8 infuriato
9 inveterato
10 inviperito
11 maniaco
12 matto
13 parossistico
14 rabbioso
15 rabido

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μανιχαϊσμός μανιωδώς  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---