Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
λεύγα
ουσιαστικό θηλυκό
metrologia
lega ~f~ (unità ~f~ di misura)
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< λέτσος
λευΐτης >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
λέσχη
{λεσχών}
Λετονή
[θηλ.ουσ]
Λετονία
[κύρ.όν. θηλ.]
Λετονός
[ουσ αρσ ]
λέτσος
[ουσ αρσ ]
λεύγα
{λευγών}
λευΐτης
{λευϊτών}
λευιτικός
[επίθ.]
λεύκα
{λευκών}
Λευκαγκάθα
[θηλ.ουσ]
Λευκάδα
{-ας κ. -ο...
λευκαίνω
{λεύκα-να,...
λεύκανση
{-ης κ. -ά...
λευκαντής
{λευκα-ντρ...
λευκαντικό
[ουσ ουδ.]
λευκαντικός
[επίθ.]
λευκάντρια
{λευκα-ντρ...
λεύκασμα
[ουσ ουδ.]
λευκασμένος
[επίθ.]
λευκαυγέστατος
[επίθ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis