Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κυλικείο  
ουσιαστικό ουδέτερο

buffet ~m~ /μπουφέ/, bar ~m~ το κυλικείο του σταθμoύ == il buffet della stazione

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κύλικα κυλινδρικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---