Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκτώμαι
ρήμα παθητικό 1 ((arcaico)) acquisi`re, entra`re in posse`sso 2 ((arcaico)) ave`re, possede`re, e`ssere in posse`sso τα αγαθά κόπoις κτώνται == nulla si acquista senza fatica, chi non risica non rosica, [per angusta ad augusta], [per aspera ad astra] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |