Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κρυφά
επίρρημα

di nasco`sto, in segre`to, segretame`nte παντρεύτηκε κρυφά απ' τους δικούς της == si è sposata di nascosto dai genitori | συναντιούνται κρυφά == si incontrano in segreto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κρυσταλλωτής κρυφακούω  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


στα κρυφά, από κρυφά = in segreto


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---