Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκολοβός
επίθετο mozzo, tronco, mozza`to κολοβή ουρά == coda mozza | κολοβή γάτα == gatta dalla coda mozza | φίδι κολοβό == persona perfida, serpente, vipera κο§λο§βό§τα§τος επίθετο superlativo di [κολοβός] κο§λο§βό§τε§ρος επίθετο comparativo di [κολοβός] κο§λο§βώ§τα§τος επίθετο superlativo di [κολοβός] κο§λο§βώ§τε§ρος επίθετο comparativo di [κολοβός] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |