Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κέρωμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 ceratu~m~ra ~f~
2 inceratu~m~ra ~f~
3 lucidatu~m~ra ~f~
4 paraffinatu~m~ra ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κερτός κερωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---