Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καπότα  
ουσιαστικό θηλυκό

1 ((popolare)) preservati`vo ~m~, profila`ttico ~m~, condom ~m~
2 cappo`tto, pastra`no ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κάποιος κάποτε  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---