Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καλλιμάρμαρος  
επίθετο

costrui`to con marmo pregia`to τo Καλλιμάρμαρο (Στάδιο) == lo stadio di marmo di Atene nel quale si sono svolti i primi giochi olimpici dell'era moderna (1896)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καλλικατζούρες κάλλιο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---