Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κακορίζικος  
επίθετο

sventura`to, disgrazia`to, sfortuna`to είναι κακορίζικος από γεννησιμιού του == è sfortunato dalla nascita

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κακοριζικιά κακός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---