Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόισοφαρίζομαι
ρήμα παθητικό compensa`rsi ισοφαρίζω ρήμα αμετάβατο ottene`re il pare`ggio, pareggia`re ισοφαρίσαμε στο τελευταίο λεπτό του αγώνα == abbiamo pareggiato all'ultimo minuto dell'incontro ισοφαρίζω ρήμα μεταβατικό uguaglia`re, bilancia`re, pareggia`re ισοφαρίζω τα έξοδα με τα έσοδα == bilanciare le entrate e le uscite permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |