Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ηθική  
ουσιαστικό θηλυκό

1 filosofia e`tica ~f~, filosofi`a ~f~ mora`le
2 mora`le ~f~, e`tica ~f~, moralità ~f~ η χριστιανική ηθική == morale cristiana | επαγγελματική ηθική == etica professionale
3 princi`pi ~mp~ mora`li, moralità ~f~ γυναίκα υπόπτου ηθικής == donna di dubbia moralità

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ηθικά ηθικό  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---