Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ήπιος  
επίθετο

1 mite, calmo, dolce, do`cile, mansue`to ήπιος άνθρωπoς == uomo mite
2 mite, tempera`to, dolce, grade`vole ήπιoς χειμώνας == inverno mite

ηπιότατος
επίθετο

superlativo di [ήπιος]

ηπιότερος
επίθετο

comparativo di [ήπιος]

ηπιώτατος
επίθετο

superlativo di [ήπιος]

ηπιώτερος
επίθετο

comparativo di [ήπιος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ήπια ηπιότητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---