Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόηφαιστειακός
επίθετο vulca`nico ((anche in senso figurato)) ηφαιστειακό κώνος == cono vulcanico | ηφαιστειακή έκρηξη == eruzione vulcanica | ηφαστειακή ιδιoσυγκρασία == temperamento vulcanico permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |