Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκρημνό
ουσιαστικό ουδέτερο variante di [γκρεμνός] κρημνόν ουσιαστικό ουδέτερο variante arcaica di [κρημνό] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |