Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόγραφίστας
ουσιαστικό αρσενικό gra`fico ~m~ γραφίστρια ουσιαστικό θηλυκό 1 femminile di [γραφίστας ^-α, ο^] 2 gra`fica ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |