Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γδύνομαι
ρήμα παθητικό

spoglia`rsi; svesti`rsi

γδύνω  
ρήμα μεταβατικό

1 spoglia`re, svesti`re
2 ((figurato)) svaligia`re; spoglia`re οι κλέφτες μάς έγδυσαν το σπίτι==i ladri ci hanno svaligiato la casa
3 ((figurato)) spenna`re; pela`re τον έγδυσαν στο πόκερ==l'hanno spennato al poker

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γδυμνός γδύσιμο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---