Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γαρίδα  
ουσιαστικό θηλυκό

zoologia gambere`tto ~m~+++έγινε το μάτι του γαρίδα==guardava con tanto d'occhi, ha fatto degli occhi così | όλη νύχτα, το μάτι μου γαρίδα==non ho potuto chiudere occhio per tutta la notte

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γαριβαλδινός γαριφαλιά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---