Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
φτιασίδι
ουσιαστικό ουδέτερο
tr
u
cco
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< φτιάξιμο
φτιασιδώνομαι >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
φτηνός
[επίθ.]
φτηνοταβέρνα
[θηλ.ουσ]
φτηνότερος
[επίθ.]
φτιαγμένος
[επίθ.]
φτιάξιμο
[ουσ ουδ.]
φτιασίδι
[ουσ ουδ.]
φτιασιδώνομαι
(φτιασιδ-ώ...
φτιάσιμο
[ουσ ουδ.]
φτιαστός
[επίθ.]
φτιάχνομαι
αόρ. έφτια...
φτιάχνω
αόρ. έφτια...
φτιαχτός
[επίθ.]
φτου!
[επιφ.]
φτυάρι
{φτυαρ-ιού...
φτυαριά
[θηλ.ουσ]
φτυαρίζω
{φτυάρισ-α...
φτυάρισμα
[ουσ ουδ.]
φτύμα
{φτύμ-ατος...
φτύνω
{έφτυσα, φ...
φτυσιά
[θηλ.ουσ]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis