Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


φάση
ουσιαστικό θηλυκό

fase (f)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  φασαριόζικος φασιανός  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η πρώτη φάση = girone [αρσ.] d'andata || η δεύτερη φάση = girone [αρσ.] di ritorno


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---