Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επιστήμη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 scie`nza ~f~, conosce`nza ~f~, cognizio`ne ~f~, sape`re ~m~
2 scie`nza ~f~, discipli`na ~f~, dottri`na ~f~ φυσικές επιστήμες == scienze naturali | θετικές επιστήμες == scienze positive | ανθρωπιστικές επιστήμες == scienze umanistiche | εφαρμoσμένες επιστήμες == scienze applicate | απόκρυφες επιστήμες == scienze occulte

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επιστήθιος επιστημολογία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---