Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επικυρώνω  
ρήμα μεταβατικό

convalida`re, ratifica`re, sanziona`re επικυρώνω ένα έγγραφο == convalidare un documento | επικυρώνω συνθήκη == ratificare un trattato | επικυρώνω διάταγμα == sanzionare un decreto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επικυρωμένος επικυρώνων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---