Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπιφυλάσσομαι
ρήμα παθητικό riserva`rsi επιφυλάσσομαι να απαντήσω == mi riservo di rispondere επιφυλάσσω ρήμα μεταβατικό riserva`re, riserba`re του επεφύλαξαν θερμή υποδοχή == gli hanno riservato un'accoglienza calorosa | αναρωτιέμαι τι να μου επιφυλάσσει το μέλλον == mi domando che cosa mi tenga in serbo / mi riservi il futuro permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |