Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόενδείκνυμαι
ρήμα παθητικό e`ssere indica`to / ada`tto δεν ενδείκνύται γι' αυτή τη θέση == non è la persona più indicata / adatta per quel posto ενδείκνυται ρήμα απρόσωπο è opportu`no / necessa`rio, si impo`ne ενδείκνυται να παραιτηθεί από το αξίωμά του == è opportuno che si dimetta permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |