Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εμπεδωμένος  
επίθετο

1 participio passato del verbo [εμπεδώνω]
2 fissa`to
3 radica`to
4 rassoda`to

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  έμπεδος εμπεδώνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---