Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εκλογές
ουσιαστικό θηλυκό πληθυντικός

politica le ele`zioni ~fp~ βουλευτικές εκλογές == elezioni, politiche | δημοτικές εκλογές == elezioni, comunali | πρoκηρύχθηκαν εκλογές == sono state indette nuove elezioni

εκλογή  
ουσιαστικό θηλυκό

1 scelta ~f~ έχω ήδη κάνει την εκλογή μου == ho già fatto la mia scelta | δεν υπάρχoυν περιθώρια εκλογής == non c'è possibilità di scelta
2 politica elezio`ne ~f~ ακυρώθηκε η εκλογή του δημάρχού == l'elezione del sindaco venne annullata
3 scelta ~f~, selezio`ne ~f~, racco`lta ~f~ εκλογή ποιημάτων == raccolta di poesie

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εκλογέας εκλογικεύομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---