Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εκδίδω  
ρήμα μεταβατικό

1 estrada`re, consegna`re αποφάσισαν να εκδώσούν τον τρομοκράτη στη χώρα του == hanno deciso di estradare il terrorista
2 emana`re, eme`ttere, me`ttere in circolazio`ne, rilascia`re εκδίδω δικαστική απόφαση == emanare una sentenza | η τράπεζα εξέδωσε νέα χαρτονομίσματα == la banca ha emesso nuove banconote
3 pubblica`re εξέδωσαν τα άπαντα του Σολωμού == hanno pubblicato l'opera omnia di Solomòs
4 prostitui`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εκδημώ εκδίδων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---