Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόειδεχθέστατος
επίθετο superlativo di [ειδεχθής] ειδεχθέστερος επίθετο comparativo di [ειδεχθής] ειδεχθής επίθετο efferato, esecrabile, nefando, atroce ειδεχθές έγκλημα == delitto efferato / esecrando permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |