Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
εφύδρωση
ουσιαστικό θηλυκό
trasudame`nto ~m~
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< εφυαλώνομαι
έφυτον >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
εφταψήφιος
[επίθ.]
εφτάψυχος
[επίθ.]
εφτάωρος
[επίθ.]
εφταώροφος
[επίθ.]
εφυαλώνομαι
[ρ. παθ.]
εφύδρωση
[θηλ.ουσ]
έφυτον
[ουσ ουδ.]
εχέγγυο
{εχεγγύ-ου...
εχέγγυος
[επίθ.]
έχει
{είχα- αόρ...
εχεμύθεια
{χωρ. πληθ...
εχέμυθος
[επίθ.]
έχερο
[ουσ ουδ.]
εχεφροσύνη
{χωρ. πληθ...
εχέφρων
{εχέφρ-ονο...
έχθιστος
[επίθ.]
έχθρα
[θηλ.ουσ]
εχθρά
[θηλ.ουσ]
εχθρεύομαι
{μόνο σε ε...
εχθρικά
[επίρ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis