Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεβδομηνταριά
ουσιαστικό θηλυκό settanti`na ~f~ φύτεψαν καμιά εβδομηνταριά δέντρα==hanno piantato una settantina d'alberi permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |