Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδημιουργός
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό 1 creato`re ~m~; auto`re ~m~; arte`fice ~m~; demiu`rgo ~m~ 2 il Creato`re ~m~, Di`o ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |