Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδερματίτιδα
ουσιαστικό θηλυκό medicina dermati`te ~f~ δερματίτις ουσιαστικό θηλυκό variante letteraria di [δερματίτιδα ^-ας, η^] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |