Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδακρυγόνος
επίθετο 1 anatomia lacrima`le δακρυγόνοι αδένες==ghiandole lacrimali 2 armi lacrimo`geno δακρυγόνα αέρια==gas lacrimogeni permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατο δακρυγόνο αέριο = gas [αρσ. άκλ.] lacrimogeno Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |