Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χοντροκοπιά
ουσιαστικό θηλυκό

1 crudezza
2 dozzinalità
3 grossezza
4 ignoranza
5 incorrettezza
6 indelicatezza
7 maleducazione
8 malgarbo
9 materialità
10 rozzezza
11 rozzume
12 rudezza
13 scurrilità
14 sguaiataggine
15 villania

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χοντροκομμένος χοντρομπαλάς  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---